Σκέψεις μιας Θρακιώτισσας με αφορμή τις τρεις επετείους

Το 2020, μέσα στη συνθήκη της πανδημίας, οι αναφορές για τα 100 χρόνια από την ενσωμάτωση της Θράκης στον εθνικό κορμό υπήρξαν σχεδόν ανύπαρκτες.

 Το 2021 στους  εορτασμούς  για τα  200 χρόνια από το μεγάλο γεγονός της Εθνικής Παλιγγενεσίας αλλά και σ αυτούς που ξεκίνησαν ήδη το 2022 για τα 100 χρόνια από την κορύφωση της μικρασιατικής τραγωδίας, η απουσία της Θράκης φαίνεται να είναι εκκωφαντική. Ερευνητικές εργασίες, διαδικτυακά συνέδρια καθώς και τηλεοπτικές συνεργασίες επιβεβαίωσαν για μας τους Θρακιώτες, το ακατανόητο: Η ελληνική Θράκη, εξακολουθεί να είναι μια ανεξερεύνητη περιοχή και υπάρχει στο περιθώριο της εθνικής ιστοριογραφίας.

 Ο τόπος, με ένα τεράστιο συμβολικό φορτίο, είναι ζωντανό μουσείο ιστορίας. Ο πνεύμονας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας γνώρισε την κατοχή των Οθωμανών 100 χρόνια πριν την άλωση της  Βασιλεύουσας. Από τα τέλη του 18ου αιώνα  στον ευρύτερο ιστορικό χώρο της Θράκης, οι ιδέες του Διαφωτισμού  διακινήθηκαν από την Κωνσταντινούπολη σε όλες τις πόλεις που κατοικούσε Ελληνισμός, και εκεί δημιουργήθηκαν οι πυρήνες της εθνικής ανάτασης από όπου αναδείχθηκαν προσωπικότητες με πολυσχιδή  ρόλο στα πράγματα της Επανάστασης.
Από τον Φεβρουάριο του 1821, μετά την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στη Μολδοβλαχία αλλά  και την αποτυχημένη του έκβαση,  η Θράκη, κάτω από το άγρυπνο  μάτι  της πρωτεύουσας των Οθωμανών, έζησε  μέσα  στο σκηνικό της βίας και της τρομοκρατίας που δημιουργούσαν οι απαγχονισμοί, οι πυρπολήσεις και οι εκτελέσεις. Παρά τις δυσοίωνες συνθήκες για όλα τα επαναστατικά κινήματα που οργανώθηκαν από τη Σωζόπολη ως την Αίνο και από τις Σαράντα Εκκλησιές και την Αδριανούπολη ως το Διδυμότειχο και τη Σαμοθράκη, οι Θράκες έδωσαν ότι το είναι τους μαζί με το βιος τους. Και όταν η επανάσταση μεταφέρθηκε στη νότιο Ελλάδα οι Θρακιώτες πύκνωσαν τα σώματα των Ελλήνων μαχητών.

Η Ελλάδα απέκτησε  την πολυπόθητη ανεξαρτησία  όμως η  Θράκη έμεινε στην Οθωμανική  κυριαρχία για άλλα 100 χρόνια. Ο θρακικός χώρος μετατράπηκε στην αρένα μιας αμείλικτης αντιπαράθεσης για τα εδάφη, τα οποία παλαιότερα αποτελούσαν το κοινό πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής ζωής των σύνοικων πληθυσμών. Η  εθνικιστική πόλωση και τα θέματα ταυτότητας οδήγησαν σε εθνοκαθάρσεις, σφαγές αμάχων πληθυσμών, σε βία και σε ξεριζωμό. Μέσα στις αιματηρές διαδικασίες του μετασχηματισμού του οθωμανικού χώρου σε εδαφικά έθνη-κράτη, η Βόρεια Θράκη προσαρτήθηκε πραξικοπηματικά στη Βουλγαρία το 1885.  

Μετά από τις τραγικές εμπειρίες της βουλγαρικής και της οθωμανικής κατοχής, η  ανατολική και η δυτική Θράκη ενσωματώθηκε στον ελληνικό κορμό το 1920. 
Το 1922 γράφτηκε ο τραγικός επίλογος της μικρασιατικής εκστρατείας  μέσα σε ένα σκηνικό οδύνης , τρόμου και απειλής θανάτου με την πυρπόληση της Σμύρνης αλλά και την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης.
Τα γεγονότα και οι συνθήκες μέσα στο οποίες διαδραματίστηκε η εγκατάλειψη και η απώλεια της  κύριας εστίας του Θρακικού Ελληνισμού, τον Οκτώβριο του 1922, και ότι ακολούθησε το 1923 με τη συνθήκη της Λωζάννης,  παραμένουν εν πολλοίς άγνωστα.
Η Θράκη,  χώρος σύγκρουσης ανάμεσα  στο βουλγαρικό, τον ελληνικό και τον τουρκικό εθνικισμό τριχοτομήθηκε. Στην Ελλάδα παραχωρήθηκε το 12% της συνολικής επιφάνειας της μείζονος Θράκης, αν και ο ελληνισμός  υπερτερούσε στην περιοχή. Ανάμεσα στα τρία κράτη μπήκαν σύνορα και υψώθηκαν τείχη πολιτικά, ιδεολογικά και οικονομικά.  

Την πορεία της ελληνικής Θράκης καθόρισαν τα γεγονότα που ακολούθησαν. Το 1923, μετά το τραυματικό σοκ της επιβίωσης και της ενσωμάτωσης της προσαρμογής των προσφύγων στη νέα πραγματικότητα, ήρθε η οικονομική κρίση του 1929-30. Στη συνέχεια ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1940 έπειτα ο εμφύλιος και η ψυχροπολεμική εποχή. Η δυτική Θράκη έγινε παραμεθόριος.
Ακολούθησε η αστικοποίηση του αγροτικού κόσμου και η μεγάλη κοινωνική ρωγμή, η μετανάστευση. Σε ένα τόσο συμπιεσμένο χρόνο τα γεγονότα προκάλεσαν βαθύτατους κοινωνικούς μετασχηματισμούς.
Η περιοχή βρέθηκε στις παρυφές των αναπτυξιακών σχεδιασμών και αυτό καταγράφηκε στο «θα σε στείλω στον Έβρο. 


Να φταίει η ιδεολογία και  η πολιτική του νεοελληνικού κράτους καθώς εμείς ήμασταν «τέκνα του βυζαντινού και τουρκικού δεσποτισμού» κατά τον Ρόμπερτ Κάπλαν ; Ευθύνεται η πολιτισμική ποικιλία την οποία εκφράζουν πληθυσμιακές ομάδες, αυτή η αρνητική κληρονομιά του παρελθόντος για κάποιους  ή μήπως γιατί  εμείς οι Θράκες δεν γνωρίζουμε το παλίμψηστο του πολιτισμού μας, το εύρος της σπουδαιότητας και του ρόλου μας στην ευρύτερη γεωγραφική ζώνη της Θράκης; 
Το 2022 είναι το έτος  μνήμης και τιμής για τις πατρίδες και τους δικούς μας που χάθηκαν. Το πένθος για την απώλεια και τις τραγικές εμπειρίες του ξεριζωμού, στους δικούς μας  προγόνους μετουσιώθηκε σε δύναμη μπρός στην αδήριτη ανάγκη της επιβίωσης. Χρειάστηκε χρόνος ο πόνος  να απαλυνθεί  και οι εγχάρακτες τραυματικές μνήμες να γίνουν ιστορική αφήγηση για τις επόμενες γενιές. Είμαστε μια γενιά-κλειδί για τη συνέχιση διατήρησης της μνήμης στο κοντινό και απώτερο μέλλον.
 
  Είθε το 2022 να λειτουργήσει για μας τους Θράκες ως πρόκληση:

  • Να πάψουμε να μεμψιμοιρούμε και  να συνεργαστούμε ώστε να  ανοίξουμε δρόμους στην επιστημονική έρευνα. 
  • Να δημιουργήσουμε τουλάχιστον ένα ψηφιακό  μνημονικό τόπο για τη Θράκη.  
  • Να συναντηθούν μέσα από ίδιο το ψηφιακό μέσο οι απανταχού Θρακιώτες. 
  • Να γίνει ένα αποθετήριο μνήμης του θρακικού ελληνισμού για το οποίο πρέπει να συνεργαστούν θεσμοθετημένα όργανα, ως φορείς  παραγωγής και διαχείρισης της μνήμης με συλλογικές, μικρής ή μεσαίας κλίμακας, πρωτοβουλίες.

Καλούμαστε να ιστορικοποιήσουμε το βίωμα, το τραύμα και τη μνήμη για να δούμε το παρελθόν μας μέσα από νέους τρόπους:

  • Να ξαναδούμε τα αίτια και τις συνέπειες, να επεξεργαστούμε τις  εξηγήσεις που δίνονται για τους θύτες και τα θύματα, τη βαρβαρότητα των πολέμων, τα τραγικά γεγονότα της απώλειας και της προσφυγιάς.
  • Να δούμε  την τραυματική μνήμη που κληρονομήσαμε και πώς μπορούμε να την  μετασχηματίσουμε  με τρόπο δημιουργικό σε δράσεις  και έργα που θα αποτελούν  πηγή δύναμης  και υπερηφάνειας για να διεκδικήσουμε με αυτοπεποίθηση, και όχι μειωμένο αίσθημα αξίας, την προοπτική του τόπου μας. 

Μέσα από  μια  τέτοια αίσθηση  «χρέους» πρέπει να σταθούμε απέναντι στην κοινωνία και την πατρίδα. Και όχι με αυτή που μας κρατά προσηλωμένους σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν που μας οδηγεί σε  αναβιώσεις του  περασμένου πόνου.

Αγγέλα Γιαννακίδου
Φεβρουάριος 2022

Μπορεί επίσης να σας αρέσει