Ο μήνας της Επανάστασης εξέπνευσε, η ουσία όμως του φετινού, ιδιαίτερου λόγω συνθηκών, εορτασμού θα μείνει χαραγμένη στην μνήμη μας.
Πρωτίστως γιατί είχε μέτρο και αρχοντική απλότητα ελληνικής φιλοξενίας. Και ας υπάρχουν ενστάσεις για το μενού που σερβιρίστηκε στο Προεδρικό. Εξάλλου αν συμφωνούσαμε όλοι σε όλα θα πλήτταμε. Ο βραβευμένος σεφ σύστησε στους καλεσμένους παραδοσιακές, ελληνικές γεύσεις με μια σύγχρονη, δημιουργική οπτική. Όπως επίσης θαυμάσαμε την μεγαλειώδη τέχνη των λαϊκών «μαστόρων» πάνω στον αμάνικο επενδυτή, «πιρπιρί» με την εξαίσια πόρπη.
Ο εορτασμός φέτος είχε συγκίνηση. Την είδαμε στο πρόσωπο της Προέδρου της Δημοκρατίας όταν από μπροστά της πέρασαν τα παιδιά με τις εθνικές φορεσιές. Στην περιγραφή, επίσης, της παρέλασης κρατήθηκε ένας τόνος που δεν ξέφυγε στα επικολυρικά της για την ανδρεία και την γενναιότητα των ηρώων. Ακόμη και η έλλειψη δηλώσεων από τους πολιτικούς, μετά, το πέρας της παρέλασης, δήλωνε ομοψυχία. Τα αυτονόητα τονίζονται και δια της σιωπής.
Τα «θυρανοίξια» της Εθνικής Πινακοθήκης, έστειλαν μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα ελευθερίας της Ελλάδας, όπου στην παρούσα περίπτωση «ένα πολιτιστικό τοπόσημο της χώρας συναντά ένα ιστορικό ορόσημο και γίνεται κτήμα όλων», όπως τόνισε στην ομιλία του ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Πάνω από όλα όμως μετέδωσε ένα μήνυμα αισιοδοξίας, αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης μέσα σε αυτές τις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε. Με τον εορτασμό δεν καλύφθηκε η τραγική εικόνα των νοσοκομείων και της υγειονομικής κρίσης. Μας υπενθύμισε όμως πως η Ελλάδα ανταπεξέρχεται στα δύσκολα και έχει δικαίωμα να κοιτάζει μπροστά.
Κοιτάζοντας την παρέλαση βούρκωσα από ψυχική ανάταση, περισσότερο όμως από περηφάνια για την αντοχή μας, όπου μετά από μια οικονομική κρίση και στην συνέχεια μετά από μια υγειονομική κρίση, που μας εξάντλησε αλλά δεν μας κατέστρεψε και μπορούμε να γιορτάζουμε με αισιοδοξία για το μέλλον μας, τα 200 χρόνια της Επανάστασης και των μεγάλων επιτευγμάτων του ανεξάρτητου εθνικού μας βίου.